Ένας συγγραφέας που συνθέτει το βιβλίο στο οποίο πρωταγωνιστεί.
Ένα πιστόλι που ζει σε συρτάρι.
Ένας αυταρχικός συλλέκτης ήχων. Μια θλιμμένη γερόντισσα. Μια προβληματική κόρη.
Ένας προαναγγελθείς θάνατος κι ένας πραγματικός φόνος.
Εννέα πρόσωπα σε μια παράξενη, εφιαλτική αλλά όχι αδιέξοδη ιστορία.
Άνθρωποι που χάνουν το παιχνίδι και άνθρωποι που χτίζουν νέους κανόνες.
Μυθιστόρημα ψυχολογικό, αστυνομικό, υπαρξιακό ή ίσως και τα τρία μαζί.
Που γελάει κι εκπλήσσει. Πονάει αλλά και ανακουφίζει. Αγγίζει το συναίσθημα αλλά και τη σκέψη. Παίζει με τον χρόνο, δημιουργεί ερωτήματα, ανατρέπει. Πραγματεύεται την ανθρώπινη επικοινωνία μέσα από ένα λεπτό αστυνομικό τέχνασμα κι αποδεικνύει ότι το μυθιστόρημα δεν έχει ιδιοκτήτη, αλλά κάθε αναγνώστης είναι ιδιοκτήτης.
Μυθιστόρημα που πραγματεύεται το θέμα της ανθρώπινης επικοινωνίας αλλά και της ίδιας της ύπαρξης του μυθιστορήματος. Μέσα από μια πιθανόν αστυνομική, εύληπτη ιστορία, οι πρωταγωνιστές που έχουν χάσει την επικοινωνία θα καταστραφούν, ενώ σε εκείνους που έχουν την ικανότητα να ανταλλάσσουν πληροφορίες, θα δοθεί η δυνατότητα να οικοδομήσουν νέους κανόνες. Η επικοινωνία καθίσταται βασικός παράγοντας της διαρκούς αλλαγής που απαιτείται για την ύπαρξη. Η μη επικοινωνία, η μη εξέλιξη, είναι ασθένεια, όπως, στο μυθιστόρημα ενός από τους ήρωες του μυθιστορήματος, ασθενής είναι η πεταλούδα όταν δεν αλλάζει, όταν πεθαίνει ως κάμπια.